Από την έντυπη έκδοση
Της Άννας Δόγα
[email protected]
Tέσσερα μέτωπα έχουν ανοικτά οι τράπεζες στον αγώνα μείωσης των «κόκκινων» δανείων, ελέω αβεβαιότητας στην αξιολόγηση και έλλειψης των αναγκαίων νομοθετικών εργαλείων. Το τρέχον περιβάλλον απειλεί τους στόχους του 2017 και οι τράπεζες ζητούν γοργή ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης και άμεση ψήφιση της νομοθεσίας που έχει ανάγκη ο κλάδος.
Οι καλές επιδόσεις του 2016 απειλούνται από τις εξελίξεις των πρώτων δύο μηνών του 2017:
1. Εντείνονται οι δυσκολίες αποπληρωμής και κυρίως τήρησης των υφιστάμενων ρυθμίσεων.
2. Αυξάνονται οι απρόθυμοι να προχωρήσουν σε αναδιαρθρώσεις δανειολήπτες εν αναμονή του εξωδικαστικού συμβιβασμού.
3. Έχουν «παγώσει» οι πλειστηριασμοί και καθυστερεί η ψήφιση και λειτουργία των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.
4. Δεν υπάρχει ακόμη δευτερογενής αγορά δανείων, αφού μόνο μία εταιρεία έχει τη σχετική άδεια.
Υπό αυτές τις συνθήκες, μόνο η δυνατότητα των διαγραφών υπάρχει για τις τράπεζες που υποχρεούνται να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα κατά 7,6 δισ. ευρώ το 2017.
Η επίσκεψη της Ντανιέλ Νουί (επικεφαλής του Ενιαίου Μηχανισμού Εποπτείας – SSM) εντός του Μαρτίου αποτελεί ένα ορόσημο, καθώς οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών θα παρουσιάσουν την εικόνα του κλάδου και κυρίως θα εξηγήσουν στην επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Εποπτικού Μηχανισμού τις παραμέτρους του μακροοικονομικού περιβάλλοντος που επηρεάζουν την προσπάθεια του συστήματος.
Δεν πείθονται οι επενδυτές
Όπως αναμένεται, η εποπτική αρχή θα συνεκτιμήσει την έξωθεν επίπτωση αλλά λιγότερη «κατανόηση» δείχνουν οι επενδυτές, όπως φάνηκε και στην πρόσφατη εκδήλωση της UBS στο Μιλάνο, όπου ευρωπαϊκά funds είχαν επαφές με ιταλικές και ελληνικές τράπεζες με επίκεντρο τα NPLs. Οι επενδυτές εκεί φάνηκαν να μην πείθονται από την ικανότητα του κλάδου να πετύχει τους στόχους του με ορίζοντα το 2019, κυρίως εξαιτίας του μακροοικονομικού παράγοντα και να αναφέρονται πρώιμα στα stress tests του 2018.
Στο πρώτο δίμηνο του 2017 καταγράφεται από τα τραπεζικά επιτελεία διαρροή καταθέσεων κοντά στα 2,5 δισ. ευρώ, αλλά και ένταση του φαινομένου των νέων καθυστερήσεων που εκτιμώνται στο επίπεδο του 1 δισ. ευρώ με ανοδική πορεία. Πρόκειται για καθυστερήσεις από ρυθμισμένα δάνεια αλλά και από δάνεια τα οποία χρήζουν αναδιάρθρωσης, αλλά οι δανειολήπτες δείχνουν απρόθυμοι.
Στάση αναμονής από τις επιχειρήσεις
Όπως σημειώνουν τραπεζικά στελέχη, επιβεβαιώνεται η ανησυχία ότι επιχειρήσεις θα κρατήσουν στάση αναμονής με την προσδοκία ευνοϊκότερης ρύθμισης μέσω του εξωδικαστικού συμβιβασμού. «Καμπανάκι» χτυπά και το φαινόμενο νέων καθυστερήσεων στα στεγαστικά δάνεια εξαιτίας της επιδείνωσης στην οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών.
Τον κίνδυνο για μια νέα τάση στάσης πληρωμών από επιχειρήσεις είχαν επισημάνει εγκαίρως οι τραπεζίτες εξαιτίας των καθυστερήσεων ψήφισης και εφαρμογής του εξωδικαστικού συμβιβασμού. Σήμερα με δυσκολία οι τράπεζες κρατούν σε εξυπηρέτηση τα τέσσερα στα δέκα δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις και η ανησυχία είναι έντονη ότι ακόμη κι αν ψηφιστεί το σχέδιο νόμου, μέχρι την πλήρη εφαρμογή του οι προσδοκίες ευνοϊκής μεταχείρισης θα οδηγήσουν αρκετούς επιχειρηματίες σε πάγωμα των αποπληρωμών. Η ηλεκτρονική πλατφόρμα στην οποία θα τρέξουν τα στοιχεία των επιχειρήσεων θα χρειαστεί και αυτή ένα εύλογο διάστημα για να «στηθεί», αφήνοντας ένα χρονικό κενό στο οποίο εύκολα θα εκδηλωθούν τάσεις στάσης πληρωμών.
Χρόνο χρειάζεται και η λειτουργία των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών μέσω της οποίας θα παρακαμφθούν τα προβλήματα που υπάρχουν σήμερα και εμποδίζουν τις τράπεζες να στραφούν κατά των στρατηγικών κακοπληρωτών. Περί τα 10 χιλιάδες ακίνητα έχουν δοθεί ως collateral για δάνεια αυτής της κατηγορίας, στεγαστικά και επιχειρηματικά, και μέσω της διαδικασίας πλειστηριασμού επρόκειτο να ασκηθεί πίεση στους ιδιοκτήτες ώστε να προσέλθουν και να πληρώσουν ή, αν δεν συμβεί αυτό, η τράπεζα να ωφεληθεί από το προϊόν εκπλειστηρίασης, καθώς στην πλειονότητά τους είναι ακίνητα-φιλέτα σε ακριβές περιοχές τα οποία μπορούν να συγκεντρώσουν αγοραστικό ενδιαφέρον.
Οι προσδοκίες για τη λειτουργία της δευτερογενούς αγοράς δανείων δεν έχουν επίσης υλοποιηθεί, με μόνο μια εταιρεία να έχει λάβει άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος και το νομοθετικό πλαίσιο να παραμένει ελλιπές.
Για το 2017 οι τράπεζες υποχρεούνται σε μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κατά 7,6 δισ. ευρώ, με το στεγαστικό χαρτοφυλάκιο να μειώνεται κατά 1,1 δισ. ευρώ, το καταναλωτικό κατά 2,4 δισ. ευρώ και το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο κατά 4,1 δισ. ευρώ. Το μίγμα ενεργειών περιλαμβάνει ρυθμίσεις ύψους 3 δισ. ευρώ και διαγραφές της τάξης των 4 δισ. ευρώ.