Skip to main content

Ευρωζώνη: Μεταδίδει τον «ιό» ο Γερμανός ασθενής;

Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης απέφυγε την ύφεση, αλλά είναι φανερό ότι ασθενεί. Και ο μεγάλος φόβος των ειδικών ότι είναι ότι θα μεταδόσει τον «ιό» και στα υπόλοιπα μέλη της νομισματικής ένωσης. Ήδη οι πληγές του γερμανικού βιομηχανικού τομέα αρχίζουν να προκαλούν πόνο στην… Ιταλία.

Όπως αναφέρει σε ρεπορτάζ του το Βloomberg, επιχειρήσεις μεγάλες και μικρές στις βόρειες περιοχές της Ιταλίας, που τείνουν να ευημερούν ακόμη και σε δύσκολες ώρες για την υπόλοιπη χώρα, αρχίζουν να πληττονται από την κάμψη των πωλήσεων προς τις μεταποιητικές εταιρείες της Γερμανίας. Και αυτό είναι σοβαρό πρόβλημα για την ιταλική κυβέρνηση, που παλεύει να δώσει ώθηση στην ασθενική ανάπτυξη της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας του ευρώ. 

Η Γερμανία είναι ο κορυφαίος προορισμός των ιταλικών εξαγωγών. Το 2018 εισέρευσαν στη γερμανική αγορά ιταλικά αγαθά αξίας 58 δισ. ευρώ, κυρίως ανταλλακτικά για αυτοκίνητα, εξαρτήματα για οικιακές συσκευές, αλλά και χημικά. Η γερμανική επιβράδυνση επηρεάζει κατά κύριο λόγο πέντε περιοχές του ιταλικού Βορρά, που καλύπτουν και τα 3/4 των ιταλικών εξαγωγών προς την κορυφαία ευρωπαϊκή οικονομία. Πρόκειται για το Μιλάνο, την Τοσκάνη, το Πιεντμόντ, την Εμίλια Ρομάνια και το Βένετο. 

Βεβαίως δεν είναι μόνο τα γερμανικά προβλήματα, που ρίχνουν βαριά τη σκιά τους στον ιταλικό Βορρά. Η αβεβαιότητα γύρω από το Brexit, αλλά και ο σινο-αμερικανικός εμπορικός πόλεμος, που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και σχεδόν 17 μήνες συμπληρώνουν την γκάμα των εξωτερικών προκλήσεων. 

Οι οικονομόλογοι είναι απαισιόδοξοι συνολικά για τη ζώνη του ευρώ, παρά τον δεύτερο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης, που προωθεί η ΕΚΤ. 

Σε έρευνα του Reuters η μεγάλη πλειονότητα των οικονομολόγων βλέπει συνέχεια στις χαμηλές πτήσεις της ανάπτυξης, με ρυθμούς 0,2% με 0,3% έως και τα μέσα του 2021.  

Οι αναλυτές εκτιμούν ότι τόσο η Γερμανία όσο και η Ολλανδία θα αυξήσουν τις δαπάνες τους, αλλά δεν περιμένουν δραστικά σχέδια τόνωσης της ανάπτυξης. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι κυβερνήσεις των δύο οικονομιών του πυρήνα είναι πολύ επιφυλακτικές στα ανοίγματα και στην απόκλιση από την αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία. Θεωρούν πάντως ότι οι συγκρατημένες κινήσεις στο μέτωπο της δημοσιονομικής πολιτικής σε συνδυασμό με την χαλαρή πολιτική της ΕΚΤ περιορίζουν τον κίνδυνο της ύφεσης. 

Έτσι αποτιμούν στο 25% τις πιθανότητες μίας ύφεσης στη ζώνη του ευρώ μέσα στον επόμενο χρόνο, έναντι 30% στην προηγούμενη αντίστοιχη δημοσκόπηση. Για τα επόμενα δύο χρόνια οι πιθανότητες υπολογίζονται σε 30% έναντι 35% στην προηγούμενη έρευνα. 

naftemporiki.gr