Από το 2009 έως το 2017, δηλαδή σε όλη τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι σωρευτικές πωλήσεις του υποκλάδου των Καλλυντικών/Φαρμακευτικών συρρικνώθηκαν δραστικά κατά 39,2%, ενώ και όγκος πωλήσεων κατάγραψε σημαντική υποχώρηση κατά 34,0%.
Αυτό ανέφερε ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας Βασίλης Κορκίδης, σε χαιρετισμό του στην ετήσια τακτική γενική συνέλευση του Πανελληνίου Συνδέσμου Βιομηχάνων και Αντιπροσώπων Καλλυντικών και Αρωμάτων.
Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Βιομηχάνων και Αντιπροσώπων Καλλυντικών και Αρωμάτων και η ΕΣΕΕ πέρυσι τον Μάρτιο, υπέγραψαν Πρωτόκολλο Συνεργασίας, ώστε να αντιμετωπιστούν καλύτερα τα θέματα που απασχολούν τους επιχειρηματίες του κλάδου.
Οι δράσεις που υλοποιήθηκαν το 2017 ήταν:
• Συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος», σε θέματα νανο-υλικών και τη χρήση τους στα Καλλυντικά προϊόντα.
• Υπογραφή Συμφωνητικού με τους Γιατρούς του Κόσμου, για την υποστήριξη του έργου τους.
• Συνεργασία με τον ΕΟΦ, ως την αρμόδια Δημόσια Αρχή για τον Κλάδο των Καλλυντικών στην Ελλάδα.
• Συνεργασία με τον Ευρωπαϊκό Σύνδεσμο βιομηχανίας Καλλυντικών ( Cosmetics Europe) στον οποίο ο ΠΣΒΑΚ είναι μέλος, όπως επίσης
• και στις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ενέργειες για την ενημέρωση των μελών του ΠΣΒΑΚ σχετικά με το e-commerce ( webinars, διημερίδες ).
Στοιχεία για τον κλάδο των Καλλυντικών
Όπως ανέφερε ο κ. Κορκίδης, η σύγκριση των ετών 2017/2016, καταδεικνύει μία μείωση της αξίας των πωλήσεων κατά 1,5%, ενώ αντίθετα ο όγκος των πωλήσεων καταγράφει άνοδο κατά 2,1% – στην ουσία δηλαδή φθηνότερα προϊόντα απέφεραν μεγαλύτερο όγκο πωληθέντων αντικειμένων/εμπορευμάτων και αντίστοιχα χαμηλότερες εισπράξεις. Η παραπάνω εξέλιξη μπορεί να αποδοθεί σε πιθανή αλλαγή προμηθευτή των εισαγωγικών επιχειρήσεων του υποκλάδου. Παρόλο λοιπόν που τα διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ καταδεικνύουν μια υποχώρηση του τζίρου, διάφορες έρευνες για τον κλάδο των καλλυντικών που έχουν έρθει στο φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα κάνουν λόγο για θετικές προοπτικές που διαμορφώνονται για τον κλάδο.
Αυτή η διαφοροποίηση, ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι στα διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το Δείκτη Κύκλου Εργασιών και το Δείκτη Όγκου στον υποκλάδο των Καλλυντικών – Φαρμακευτικών Ειδών στο Λιανικό Εμπόριο δε γίνεται αναφορά της ποσοστιαίας αναλογικής συμμετοχής της κάθε υποκατηγορίας (Καλλυντικά & Φαρμακευτικά), ώστε να έχουμε ένα αντιπροσωπευτική εικόνα αποκλειστικά για τα Καλλυντικά.
Επίσης, τα δεδομένα αφορούν μόνο εκείνες τις επιχειρήσεις όπου ο ετήσιος (εκτός ΦΠΑ) Κύκλος Εργασιών/Λιανικές πωλήσεις τους υπερβαίνει τις 200.000 ευρώ (το δείγμα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. περιλαμβάνει μόνο τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις).
Σύμφωνα, λοιπόν, με ορισμένες κλαδικές μελέτες που έχουν έρθει στο φως από το 2014 φαίνεται ότι η συγκεκριμένη αγορά παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης, με τον Μέσο Ετήσιο Ρυθμό Μεταβολής την περίοδο 2013-2016 να είναι +2,0%.
‘Αλλο ένα χρήσιμο στοιχείο είναι ότι το μέγεθος της εγχώριας αγοράς των καλλυντικών ανήλθε σε 526 εκ. ευρώ το 2016 (σε τιμές χονδρικής), με το μεγαλύτερο μερίδιο σε αξία, να το κατέχουν τα προϊόντα περιποίησης προσώπου/σώματος.
Οι κατηγορίες του κλάδου που έχουν ζήτηση είναι χρήσιμοι για νέες επιχειρηματικές κινήσεις.
Ωστόσο, σε αντίθεση με τις προαναφερθείσες θετικές παραμέτρους η μέση ετήσια κατά κεφαλή κατανάλωση καλλυντικών (σε τιμές λιανικής) το 2015 στην Ε.Ε. ανέρχεται σε 124 ευρώ και στην Ευρώπη σε 134 ευρώ, με την Ελλάδα να υπολείπεται σημαντικά του μέσου όρου (74 ευρώ/ατομική καταναλωτική δαπάνη).
Συνοψίζοντας, αυτό που έχει αξία να επισημανθεί, πέρα από την αρνητική επίδραση της οικονομικής κρίσης στον κλάδο των καλλυντικών, είναι ότι η εγχώρια αγορά καλλυντικών εμφανίζει ευοίωνες προοπτικές.
«Γνωρίζω ότι περιμένετε αύξηση της τάξης του 1,1% στην αξία των συνολικών πωλήσεων για το 2018, γεγονός που θα σας βοηθήσει να ισοσκελιστεί η μείωση της προηγούμενης χρονιάς και να περιοριστούν οι σωρευτικές απώλειες της περιόδου 2009-2017. Εκτιμώ πως η πραγματοποίηση της παραπάνω εκδοχής/εκτίμησης είναι εφικτή» όπως ανέφερε ο κ. Κορκίδης.