Της Ζωρζέτ Ζολώτα
[email protected]
Στο χάρτη των ευρωπαϊκών χωρών που θα πάρουν ένα κόμματι από την πίτα του Σίτι του Λονδίνου στη μετα-Brexit εποχή φαίνεται να μπαίνει και η Ελλάδαμετά τις δηλώσεις που έκανε ο Αλέξης Πατέλης, επικεφαλής του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού της χώρας, Κυρι άκου Μητσοτάκη. Η αποκατάσταση της αξιοπιστίας της Ελλάδας στο διεθνές επενδυτικό περιβάλλον, η οποία πιστοποιήθηκε με την πρόσφατη αναβάθμιση του οίκου πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s παρά τη δυσμενή συγκυρία της πανδημικής κρίσης, έχει ήδη προσελκύσει το ενδιαφέρον ξένων εταιρειών με πρωταγωνιστή την Μicrosoft.
Το μεγάλο ερώτημα που γεννάται είναι ποιές είναι οι τρεις τράπεζες που ενδιαφέρονται να μεταφέρουν μονάδες στην Ελλάδα από το Σίτι του Λονδίνου στη μετά Brexit εποχή. Κίνητρο για την μετεγκατάσταση εργαζομένων από το εξωτερικό στη χώρα θα είναι η απαλλαγή του μισού των εισοδημάτων τους από κάθε φορολογική επιβάρυνση για μια επταετία εάν μεταφέρουν τη βάση τους στην Ελλάδα. Ένα επιπλέον προσόν της Ελλάδας είναι πως έχει ένα υψηλό ποσοστό καταρτισμένων στελεχών με μεγάλη εξοικείωση στην αγγλική γλώσσα.
Η Πολωνία έσπευσε από το 2017 να προσελκύσει ένα σημαντικό κομμάτι του λειτουργικού σκέλους των τραπεζών του Σίτι του Λονδίνου. Η Βαρσοβία απέβλεπε εξ αρχής στη δημιουργία μεσαίων θέσεων εργασίας στην ιεραρχία των τραπεζών που επικεντρώνονται στη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου και τον τομέα της πληροφορικής. Εδώ και χρόνια, πριν το δημοψήφισμα της Βρετανίας για το Brexit, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με παρουσία στην Ευρώπη έχουν μεταφέρει λειτουργικές δραστηριότητες στην Πολωνία, έχοντας δημιουργήσει 35.000 με 45.000 θέσεις εργασίας. Προ καιρού, οι Credit Suisse και η UBS είναι μεταξύ των τραπεζών που ανέπτυξαν μεγάλες μονάδες πληροφορικής και διοικητικών υπηρεσιών στη χώρα.
Οι κορυφαίες θέσεις που καταλαμβάνουν τα ταλέντα του χρηματοοικονομικού κλάδου μεταφέρονται στη Φρανκφούρτη, το Παρίσι, το Μιλάνο και το Δουβλίνο, δηλαδή σε χώρες -μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαθέτουν τις κατάλληλες υποδομές για να φιλοξενήσουν τον βασικό κορμό δραστηριοτήτων του Σίτι του Λονδίνου. Αν και δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη οι διαπραγματεύσεις για το Brexit, η Βρετανία θα παραμείνει συνδεδεμένη με το ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο παρά την έξοδο της χώρας από την Ε.Ε με τη δημιουργία ισοδύναμων νομοθετικών πλαισίων, όπως είχαν επισημάνει προ καιρού υψηλόβαθμα στελέχη της Αρχής Χρηματοπιστωτικής Δεοντολογίας (FCA). Οι αρμόδιες αρχές εποπτείας των χρηματοοικονομικών αγορών του Λονδίνου έχουν ξεκαθαρίσει πως έχουν προετοιμαστεί για κάθε σενάριο, ανεξάρτητα από την πορεία των διαπραγματεύσεων για το καθεστώς των εμπορικών σχέσεων μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών μετά το Brexit.
Ωστόσο, η μεταφορά θέσεων εργασίας και περιουσιακών στοιχείων από το Σίτι του Λονδίνου, που είναι το μεγαλύτερο κέντρο παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στην Ευρώπη με πολύτιμη εμπειρία σε ένα ευρύ φάσμα συναλλαγών, προς άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε αποτελεί μια πρωτόγνωρη εμπειρία για τις τράπεζες. Η αμερικανική Goldman Sachs σχεδιάζει να μεταφέρει περιουσιακά στοιχεία έως και 60 δις δολαρίων από το Σίτι του Λονδίνου στη Φρανκφούρτη όπου το ενεργητικό της υπολογίζονταν μόνον στα 4 δις δολάρια, σύμφωνα με τις περσινές καταστάσεις. Η JPMorgan, επίσης αμερικανικών συμφερόντων, έχει ήδη δρομολογήσει τη μεταφορά 230 δις δολαρίων στη Φρανκφούρτη. Όπως επισημαίνει το Bloomberg, με τις κινήσεις αυτές των Goldman Sachs και JPMorgan τριπλασιάζεται το ενεργητικό των ξένων τραπεζών στη Γερμανία. Ήδη από το Σεπτέμβριο, η Goldman έχει επισπεύσει σχέδια για την μετακόμιση 100 στελεχών από το Λονδίνο σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις και η JPMorgan έχει ζητήσει από 200 στελέχη της να εργαστούν εκτός Σίτι. Η Citi διαθέτει έδρα στην Ιρλανδία, γεγονός που διευκολύνει τη διαχείριση αυτών των πρακτικών και διαδικαστικών θεμάτων.
Συνολικά 7.500 άτομα και περιουσιακά στοιχεία 1,6 τρις δολαρίων έχουν μεταφερθεί από τη Βρετανία σε χώρες-μέλη της Ε.Ε μετά το δημοψήφισμα για το Brexit, σύμφωνα με έρευνα της EY. Η Φρανκφούρτη, το Δουβλίνο και το Λουξεμβούργο έχουν αποκομίσει τα μεγαλύτερα οφέλη. Η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα για το Brexit έχει ωθήσει περίπου 24 εταιρείες παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών να μεταφέρουν περιουσιακά στοιχεία από το Σίτι σε πόλεις χωρών-μελών της Ε.Ε. Εάν η Ελλάδα καταφέρει να μπει στον νέο χρηματοοικονομικό χάρτη της Ε.Ε τότε ενδεχομένως να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο για τη χώρα, αξιοποιώντας μια δυσμενή συγκυρία όπως το Brexit προς όφελος της.