Skip to main content

Ποιος σκοτώνει τελικά τις δημοκρατίες;

Από την έντυπη έκδοση 

Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
 
Ένας μεγιστάνας του real estate και αστέρας των ριάλιτι σόου με τον μανδύα του «αντισυστημικού» υποσχέθηκε «τείχη», κήρυξε πόλεμο σε πάσης φύσεως «εχθρούς» και ανεδείχθη μέσα από δημοκρατικές εκλογές πρόεδρος της μεγαλύτερης δύναμης του πλανήτη. Διατηρεί σχέσεις αγάπης – μίσους με ηγέτες με σαφή ροπή στον αυταρχισμό, από τον Πούτιν της Ρωσίας έως τον Ερντογάν της Τουρκίας, και δεν κρύβει τον θαυμασμό του για τον δικτάτορα της Β. Κορέας. Μεγάλος αντίπαλός του στη διεθνή σκηνή δεν είναι άλλος από τον εφ’ όρου ζωής πρόεδρο της Κίνας Σι. Όσο για την Ε.Ε., παρακολουθεί μάλλον αμήχανα οπαδούς της «ανελεύθερης δημοκρατίας» να κερδίζουν έδαφος, επικαλούμενοι ακριβώς το… δημοκρατικό έλλειμμα στους κόλπους της. Και ένα από τα μεγαλύτερα μέλη της δεν μπορεί να αποφασίσει εάν είναι «πιο δημοκρατικό» να εφαρμόσει τη λαϊκή εντολή του 2016 ή ύστερα από 2,5 χρόνια χάους να δώσει ξανά τον λόγο στους πολίτες. 

Το σκηνικό αυτό -μίας πραγματικότητας στα όρια του σουρεαλισμού- έχει ανοίξει μία μεγάλη συζήτηση για το κατά πόσο η Δημοκρατία βρίσκεται σε κίνδυνο και από ποιον κινδυνεύει περισσότερο. Στο ερώτημα αυτό θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε, αφού δώσουμε πρώτα ορισμένα στοιχεία.

Tι δείχνουν οι έρευνες 
Σύμφωνα με έρευνα του Pew Research, σχεδόν έξι στις δέκα χώρες σήμερα στον πλανήτη είναι δημοκρατίες. Στο μικροσκόπιο βρέθηκαν 167 χώρες, με πληθυσμό τουλάχιστον 500.000 κατοίκων, και εξ αυτών οι 97 (ποσοστό 58%) ήταν δημοκρατικά καθεστώτα. Μόνο 21 (13%) ήταν απολυταρχικά καθεστώτα και οι υπόλοιπες (26%) συνδύαζαν στοιχεία δημοκρατίας ή απολυταρχισμού ή ήταν αδύνατο να κατηγοριοποιηθούν. Το ποσοστό των δημοκρατιών, σύμφωνα με το Pew, βρίσκεται σε διαρκή άνοδο από τα μέσα της δεκαετίας του 70 και κυμαίνεται πια σε μεταπολεμικό ρεκόρ.

Ξεχωριστή έρευνα του ίδιου ινστιτούτου σε 38 χώρες έδειξε επίσης ότι το 78% θεωρεί την αντιπροσωπευτική δημοκρατία ως καλό σύστημα διακυβέρνησης μίας χώρας και το 17% την προσδιορίζει ως κακό, ενώ το 66% βλέπει θετικά και την άμεση δημοκρατία. Στην Ελλάδα το 44% δηλώνει απολύτως δεσμευμένο στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, το 34% λιγότερο δεσμευμένο και μόνο ένα 6% είναι θετικό απέναντι σε μη δημοκρατικές λύσεις. 

Ωστόσο, σύμφωνα με το τμήμα ερευνών του Economist (EIU), η Ελλάδα, εδώ και χρόνια, είναι «προβληματική δημοκρατία», καθώς ενώ βαθμολογείται σχεδόν με άριστα στην εκλογική διαδικασία και στον πλουραλισμό, δεν τα πηγαίνει το ίδιο καλά στη λειτουργία της κυβέρνησης και στην πολιτική συμμετοχή. Δεν είμαστε μόνοι στο «κλαμπ» αυτό. Προβληματικές δημοκρατίες θεωρούνται επίσης οι Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Πορτογαλία και Κύπρος.

Συνολικά λιγότερο από το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε «πλήρεις δημοκρατίες», το 1/3 σε ολοκληρωτικά καθεστώτα (σε αυτό βοηθά και ο τεράστιος πληθυσμός της Κίνας) και οι υπόλοιποι είτε σε προβληματικές δημοκρατίες είτε σε «υβριδικά καθεστώτα». 

Η απειλή των δημαγωγών

Αφήνοντας στην άκρη απολυταρχικά και υβριδικά καθεστώτα, ας δούμε λοιπόν σε ποιο βαθμό απειλούνται τα δημοκρατικά. Απειλούνται άμεσα και μάλιστα από τους ίδιους τους εκλεγμένους ηγέτες όταν αυτοί περιφρονούν τη θεσμική αυτοσυγκράτηση, αψηφούν άγραφους κανόνες της δημοκρατικής διαδικασίας και διαβρώνουν πολιτικές νόρμες και θεσμούς. Αυτή είναι η απάντηση που δίνουν οι πολιτικοί επιστήμονες του Χάρβαρντ Στίβεν Λεβίτσκι και Ντανιέλ Ζίμπλατ στο «Πώς πεθαίνουν οι Δημοκρατίες» (Εκδόσεις Μεταίχμιο) – ένα βιβλίο που προκάλεσε αίσθηση παγκοσμίως πέρυσι.

Οι δύο ερευνητές προειδοποιούν ότι μετά την εκλογή Τραμπ οι ΗΠΑ έχουν εισέλθει σε ολισθηρό δρόμο. 

Αντλώντας ιστορικά παραδείγματα από πολύ διαφορετικές περιπτώσεις χωρών, όπως είναι η Βενεζουέλα του Τσάβες, η Πολωνία, η Τουρκία ή ακόμη και οι Φιλιππίνες και η Σρι Λάνκα, οι δύο έμπειροι επιστήμονες επιδιώκουν να αφυπνίσουν την κοινή γνώμη. Να εξηγήσουν ότι οι δημοκρατίες δεν πεθαίνουν πάντα με τον ήχο της στρατιωτικής μπότας, τον κρότο ενός πραξικοπήματος, που βυθίζει μία χώρα στο σκοτάδι, όπως συνηθίζουμε να βλέπουμε στις ταινίες. Πιο συχνά βιώνουν έναν αργό, αθόρυβο θάνατο, σε κοινή θέα και απευθείας τηλεοπτική μετάδοση, με τη σταδιακή κατάργηση των λεγόμενων μηχανισμών «ελέγχου και ισορροπίας». Και ο θάνατος αυτός ξεκινάει από την κάλπη.

4 στοιχεία συναγερμού
Τέσσερα είναι, σύμφωνα με τους Λεβίτσκι και Ζίμπλατ, τα στοιχεία που πρέπει να σημάνουν συναγερμό.
1. Η απόρριψη (ή συστηματική υπονόμευση) των κανόνων του δημοκρατικού παιχνιδιού. 
2. Η απονομιμοποίηση των πολιτικών αντιπάλων. 
3. Η ανοχή ή και ενθάρρυνση της βίας. 
4. Η προσπάθεια περιορισμού των ελευθεριών των αντιπάλων, συμπεριλαμβανομένων των μέσων ενημέρωσης. 

Άνιση σύγκριση

Η προσπάθεια απονομιμοποίησης του αντιπάλου («κλείστε την μέσα» ήταν το σύνθημα κατά της Χίλαρι Κλίντον στις προεκλογικές ομιλίες του) και η επίθεση στα «συστημικά» μέσα ενημέρωσης, που όποτε ασκούν κριτική, απλώς «παράγουν fake news» είναι οπωσδήποτε χαρακτηριστικά της διακυβέρνησης Τραμπ.

Ωστόσο, δεν μπορεί παρά να παρατηρήσει κανείς ότι οι Λεβίτσκι – Ζίμπλατ συγκρίνουν τις ΗΠΑ με χώρες που στην πραγματικότητα δεν υπήρξαν ποτέ παγιωμένες δημοκρατίες, αλλά μάλλον υβριδικά καθεστώτα (Ρωσία, Τουρκία), με χώρες στην οποία η δημοκρατία δεν έχει πεθάνει (η Πολωνία, π.χ., είναι μία σχετικά νέα δημοκρατία με λαϊκιστές στην εξουσία, αλλά πάντως δημοκρατία ακόμη) ή με παραδείγματα χωρών στα οποία όντως η δημοκρατία πέθανε στα χέρια εκλεγμένων ηγετών (Βενεζουέλα, Σρι Λάνκα), αλλά δοκιμάζονταν επί χρόνια (στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν) από πραξικοπήματα, εμφυλίους, αστάθεια και βαθιά διαφθορά – στο βαθμό που ΗΠΑ δεν έχουν ζήσει.  

H επιχειρηματολογία τους μας κάνει να σκεφτούμε (και να ανησυχούμε) για την τάση απόρριψης εθιμικών κανόνων, την προσπάθεια απαξίωσης θεσμών και αντιπάλων, την «αλλεργία» στον πλουραλισμό και στην προστασία μειονοτικών ομάδων, στο όνομα της εκπροσώπησης και της προστασίας του «λαού», των μεγάλων πλειοψηφιών. Μας κάνει, όμως, επίσης να αναρωτηθούμε εάν οι δημαγωγοί τύπου Τραμπ είναι η μόνη ή κυριότερη απειλή. Είναι ένας πρόεδρος περιορισμένων γνώσεων και εμπειρίας, παρορμητικός, με εθνικιστικές και μερκαντιλιστικές αντιλήψεις και επίπεδο δημόσιας αντιπαράθεσης, που θυμίζει καυγά παιδιών δημοτικού. Αλλά φτάνει αυτό για να διαλύσει μία ώριμη, δοκιμασμένη δημοκρατία, από τη στιγμή, μάλιστα η Βουλή των αντιπροσώπων ελέγχεται από την αντιπολίτευση;  Και τι τελικά καθιστά τους πάσης φύσεως «Τραμπ» τόσο ελκυστική επιλογή για τους ψηφοφόρους; 

Η «τυραννία» των ειδικών
Και εδώ ερχόμαστε σε ακόμη ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά βιβλία του 2018. Στο «The New Authoritarianism: Trump, Populism, and the Tyranny of Experts» (Polity) o Σαλβατόρε Μπαμπόουνς, Αμερικανός  κοινωνιολόγος και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σίνδνεϊ, αν και δεν υπερασπίζεται σε καμία περίπτωση τον Αμερικανό πρόεδρο και το στιλ διακυβέρνησής του, υποστηρίζει ότι το «φαινόμενο Τραμπ» θα μπορούσε να σηματοδοτεί αντί για θανάσιμη απειλή, ευκαιρία αναζωογόνησης της δημοκρατίας.  

Δεν συμφωνεί ότι ο Τραμπ είναι εκπρόσωπος του αυταρχισμού, αλλά τον θεωρεί οπωσδήποτε λαϊκιστή, καθώς ούτε ο ίδιος κρύβει ότι στηρίζεται απολύτως στο δίπολο «κακή ελίτ» – «καλός λαός» (τον οποίο βεβαίως πιστεύει ότι εκείνος εκφράζει πλήρως). Υποστηρίζει δε ότι ο λαϊκισμός αυτός είναι μία διαμαρτυρία απέναντι σε έναν διαφορετικού τύπου «αυταρχισμό»: την κυριαρχία μη εκλεγμένων ειδικών. Οι Αμερικανοί φιλελεύθεροι, τονίζει, μιλούν συχνά για τη δημοκρατία και τις δημοκρατικές αξίες, αλλά είναι το ίδιο συχνά πρόθυμοι να υποκαταστήσουν τη δημοκρατική διαδικασία λήψης αποφάσεων με τη γνώμη των ειδικών τεχνοκρατών (μία κατηγορία που τα τελευταία χρόνια προσάπτεται ολοένα και περισσότερο και στους Ευρωπαίους). Η προεδρία Τραμπ ήρθε να αμφισβητήσει και να απορρίψει την τακτική αυτή. 

Με όλα τα κακά, που έχουμε προαναφέρει (και που αποδέχεται ο Μπαμπόουνς), ο Τραμπ, δεν έφτασε στον Λευκό Οίκο ως ηγέτης μίας επανάστασης των ρατσιστών οπαδών της «λευκής υπεροχής»,  δεν ψηφίστηκε από ανθρώπους που θέλουν την κατάλυση της δημοκρατίας.  Έπεισε ως το αντίδοτο στην «ηγεμονία» των  liberals και την απόρριψη αντίπαλων ιδεολογιών.

«Ο φιλελευθερισμός δεν είναι πρόβλημα, ούτε αναγκαίο κακό. Είναι κάτι πραγματικά καλό. Αλλά το ίδιο ισχύει για τον συντηρητισμό και τον προοδευτισμό. Ο κίνδυνος είναι ότι πολλοί φιλελεύθεροι σήμερα δεν αποδέχονται τη νομιμοποίηση των άλλων τρόπων σκέψης στην πολιτική» γράφει χαρακτηριστικά και προσθέτει: «Η ελευθερία να μιλάς μόνο στον εαυτό σου δεν είναι καθόλου ελευθερία. Είναι η τυραννία που απειλεί την αγγλο-αμερικανική δημοκρατία: η τυραννία της τάξης των ειδικών».
Χωρίς να αποφεύγει τις υπερβολές στην κριτική του κατά της «liberal υστερίας» o συγγραφέας έρχεται ουσιαστικά να δώσει μία άλλη όψη του νομίσματος και να μας προβληματίσει στον ίδιο βαθμό με τους Λεβίτσκι – Ζίμπλατ.

Η απειλή στη δημοκρατία σήμερα δεν είναι μία, είναι ένας συνδυασμός παραγόντων, που οδηγούν σε ύφεση ή και αργό θάνατο. Και όσο κλείνουμε τα μάτια σε ορισμένους απ’ αυτούς, επιλέγοντας να στοχεύουμε αποκλειστικά σε έναν (τους δημαγωγούς πολιτικούς ή τις ελίτ) τόσο τα πράγματα θα ολισθαίνουν προς τα εκεί που φοβόμαστε.